ΣΤΗ ΛΙΜΝΟΥΛΑ ΜΕ ΤΟ ΓΕΦΥΡΑΚΙ
«Περάστε στην τραπεζαρία να σας κεράσουμε καφέ και γλυκό, να πιείτε κι ένα κρύο νεράκι…». Η φωνή της νεαρής μοναχής ήταν αφοπλιστική, φυσικά δε θα λέγαμε όχι, σε μια τέτοια πρόταση. Μας είχε συνεπάρει η ομορφιά και η καλαισθησία, που ξεχαστήκαμε να βγάζουμε φωτογραφίες, χάνοντας την ηρεμία και την ιερότητα του χώρου. Το καφεδάκι ήταν ότι έπρεπε μετά τη διαδρομή στην πλαγιά του Ολύμπου αλλά το γλυκάκι, σαν αυτό που κάποτε μας κερνούσε η γιαγιά κατευθείαν από το βάζο μας έκανε να κοιτάμε πονηρά και τα άλλα πιατάκια…
Η νεαρή μοναχή μας πλησίασε και πάλι… «Θα μπορούσατε να με βοηθήσετε; … Κάποιος έχασε αυτό το κινητό τηλέφωνο, το βρήκε η τραπεζοκόμος στο γρασίδι. Δυστυχώς δε μπορούμε να ήμαστε σίγουροι ποιος και πότε το έχασε, και δεν ξέρουμε να το λειτουργήσουμε… Δείτε το σας παρακαλώ, μήπως μπορέσουμε να ειδοποιήσουμε τον κάτοχό του…»
Δεν μας πήρε πολύ χρόνο να καταλάβουμε πως δεν ήταν δυνατό να χρησιμοποιήσουμε τη συσκευή, μιας και υπήρχε κωδικός και ήταν αδύνατο να τον «σπάσουμε» …
«Ο μόνος τρόπος είναι να …» Το τηλέφωνο άρχισε να χτυπά πριν προλάβω να ολοκληρώσω τη σκέψη μου. Απάντησα διστακτικά. Μια λεπτή γυναικεία φωνή μου εξήγησε πως το τηλέφωνο είναι δικό της και δεν γνωρίζει που ακριβώς το έχασε… Το καλό ήταν πως δεν είχε φύγει από τη μονή, έτσι τα πράγματα φαίνονταν πολύ απλά…
«Αν μπορείτε να με περιμένετε στο γεφυράκι πάνω από τη λιμνούλα θα σας ήμουν υπόχρεη… Θα είμαι εκεί σε 5 λεπτά»
Ρωτήσαμε τη μοναχή που ακριβώς είναι η λιμνούλα και προθυμοποιήθηκε να μας πάει η ίδια μέχρι εκεί.
Πίσω από το ναό ένα πανέμορφο παρκάκι με μια γέφυρα ξύλινη που περνούσε πάνω από λίμνη με ένα μικρό καταρράκτη να εμφανίζεται ανάμεσα από ρίζες και πέτρες… Πριν προλάβουμε να πλησιάσουμε, η νεαρή μοναχή άρχισε να τρέχει αλαφιασμένη. Πήδηξε μέσα στα νερά κι ενώ εμείς δεν καταλάβαμε τι γίνεται… βγήκε έξω με το ράσο της μούσκεμα και στα χέρια της ένα… γεράκι ! Το φτερό του έδειχνε χτυπημένο και η αναπνοή του γινόταν δύσκολα, από πόνο ή από φόβο ίσως…
«Είχε πιαστεί στο κλαδί και το νερό από τον καταρράκτη παραλίγο να το πνίξει το άμοιρο… Φαίνεται χτυπημένο αλλά δεν ξέρω πόσο σοβαρά. Μια αδερφή μας, έχει σπουδάσει νοσοκόμα, ίσως μπορέσει να βοηθήσει. Αν δε σας πειράζει εγώ θα σας αφήσω … πρέπει να το φροντίσουμε…»
Μείναμε να βγάλουμε φωτογραφίες πάνω στη γέφυρα. Δεν είχαν περάσει 2-3 λεπτά όταν ένα ζευγάρι γύρω στα 50, μας πλησίασε . Η γυναίκα, φανερά ανυπόμονη, μας εξήγησε πως είχε χάσει το κινητό της και μάλλον είμαστε εμείς που το βρήκαμε. Δεν είχαμε λόγο να μη την πιστέψουμε και αφού της είπαμε πως το τηλέφωνό το βρήκε μια μοναχή και οι ευχαριστίες ανήκουν σε ‘κείνη, της το δώσαμε. Μ’ ένα κοφτό «ευχαριστώ», σχεδόν το άρπαξε και μας γύρισε την πλάτη. Ο άντρας μας έδωσε το χέρι… «Σας παρακαλώ μην την παρεξηγείτε, στη συσκευή έχει τις τελευταίες φωτογραφίες της κόρης μας… Είναι θησαυρός για τη γυναίκα μου. Σαν σήμερα, πριν από ένα χρόνο… τη χάσαμε…». Η φωνή του πνίγηκε αλλά παρόλο που δίστασε θεώρησε υποχρέωσή του να συνεχίσει… «Έπεσε σ’ ένα ρέμα, εδώ στο βουνό, πριν προλάβει η παρέα της να τη βοηθήσει …πνίγηκε. Είμαστε εδώ σήμερα για να κάνουμε ένα μνημόσυνο στη μνήμη της».
Η γυναίκα τον κοίταζε μ’ ένα βλέμμα σα να έλεγε, πάμε να φύγουμε σε παρακαλώ, κι αυτός δε θα μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Πριν την ακολουθήσει έριξε μια ματιά σε όλους μας έσφιξε τα χείλη του, προσπάθησε να χαμογελάσει…
«Σας ευχαριστώ…»
«Σας παρακαλώ, δεν κάναμε κάτι σπουδαίο, οποιοσδήποτε στη θέση μας το ίδιο θα έκανε.»
«Ίσως… όμως δε θα μπορούσε οποιοσδήποτε να παρακάμψει τον κωδικό, της συσκευής και να μου πάρει τηλέφωνο λέγοντάς μου να έρθω εδώ στη λιμνούλα για να μου την παραδώσει… Ο Θεός να σας έχει καλά.» …
Κοίταξα το ζευγάρι που απομακρυνόταν, κοίταξα τη λιμνούλα, σήκωσα το βλέμμα περιμένοντας να δω ένα γεράκι να κάνει κύκλους πάνω από τη Μονή του Οσίου Εφραίμ, φυσικά δεν είδα τίποτα ...
«Περάστε στην τραπεζαρία να σας κεράσουμε καφέ και γλυκό, να πιείτε κι ένα κρύο νεράκι…». Η φωνή της νεαρής μοναχής ήταν αφοπλιστική, φυσικά δε θα λέγαμε όχι, σε μια τέτοια πρόταση. Μας είχε συνεπάρει η ομορφιά και η καλαισθησία, που ξεχαστήκαμε να βγάζουμε φωτογραφίες, χάνοντας την ηρεμία και την ιερότητα του χώρου. Το καφεδάκι ήταν ότι έπρεπε μετά τη διαδρομή στην πλαγιά του Ολύμπου αλλά το γλυκάκι, σαν αυτό που κάποτε μας κερνούσε η γιαγιά κατευθείαν από το βάζο μας έκανε να κοιτάμε πονηρά και τα άλλα πιατάκια…
Η νεαρή μοναχή μας πλησίασε και πάλι… «Θα μπορούσατε να με βοηθήσετε; … Κάποιος έχασε αυτό το κινητό τηλέφωνο, το βρήκε η τραπεζοκόμος στο γρασίδι. Δυστυχώς δε μπορούμε να ήμαστε σίγουροι ποιος και πότε το έχασε, και δεν ξέρουμε να το λειτουργήσουμε… Δείτε το σας παρακαλώ, μήπως μπορέσουμε να ειδοποιήσουμε τον κάτοχό του…»
Δεν μας πήρε πολύ χρόνο να καταλάβουμε πως δεν ήταν δυνατό να χρησιμοποιήσουμε τη συσκευή, μιας και υπήρχε κωδικός και ήταν αδύνατο να τον «σπάσουμε» …
«Ο μόνος τρόπος είναι να …» Το τηλέφωνο άρχισε να χτυπά πριν προλάβω να ολοκληρώσω τη σκέψη μου. Απάντησα διστακτικά. Μια λεπτή γυναικεία φωνή μου εξήγησε πως το τηλέφωνο είναι δικό της και δεν γνωρίζει που ακριβώς το έχασε… Το καλό ήταν πως δεν είχε φύγει από τη μονή, έτσι τα πράγματα φαίνονταν πολύ απλά…
«Αν μπορείτε να με περιμένετε στο γεφυράκι πάνω από τη λιμνούλα θα σας ήμουν υπόχρεη… Θα είμαι εκεί σε 5 λεπτά»
Ρωτήσαμε τη μοναχή που ακριβώς είναι η λιμνούλα και προθυμοποιήθηκε να μας πάει η ίδια μέχρι εκεί.
Πίσω από το ναό ένα πανέμορφο παρκάκι με μια γέφυρα ξύλινη που περνούσε πάνω από λίμνη με ένα μικρό καταρράκτη να εμφανίζεται ανάμεσα από ρίζες και πέτρες… Πριν προλάβουμε να πλησιάσουμε, η νεαρή μοναχή άρχισε να τρέχει αλαφιασμένη. Πήδηξε μέσα στα νερά κι ενώ εμείς δεν καταλάβαμε τι γίνεται… βγήκε έξω με το ράσο της μούσκεμα και στα χέρια της ένα… γεράκι ! Το φτερό του έδειχνε χτυπημένο και η αναπνοή του γινόταν δύσκολα, από πόνο ή από φόβο ίσως…
«Είχε πιαστεί στο κλαδί και το νερό από τον καταρράκτη παραλίγο να το πνίξει το άμοιρο… Φαίνεται χτυπημένο αλλά δεν ξέρω πόσο σοβαρά. Μια αδερφή μας, έχει σπουδάσει νοσοκόμα, ίσως μπορέσει να βοηθήσει. Αν δε σας πειράζει εγώ θα σας αφήσω … πρέπει να το φροντίσουμε…»
Μείναμε να βγάλουμε φωτογραφίες πάνω στη γέφυρα. Δεν είχαν περάσει 2-3 λεπτά όταν ένα ζευγάρι γύρω στα 50, μας πλησίασε . Η γυναίκα, φανερά ανυπόμονη, μας εξήγησε πως είχε χάσει το κινητό της και μάλλον είμαστε εμείς που το βρήκαμε. Δεν είχαμε λόγο να μη την πιστέψουμε και αφού της είπαμε πως το τηλέφωνό το βρήκε μια μοναχή και οι ευχαριστίες ανήκουν σε ‘κείνη, της το δώσαμε. Μ’ ένα κοφτό «ευχαριστώ», σχεδόν το άρπαξε και μας γύρισε την πλάτη. Ο άντρας μας έδωσε το χέρι… «Σας παρακαλώ μην την παρεξηγείτε, στη συσκευή έχει τις τελευταίες φωτογραφίες της κόρης μας… Είναι θησαυρός για τη γυναίκα μου. Σαν σήμερα, πριν από ένα χρόνο… τη χάσαμε…». Η φωνή του πνίγηκε αλλά παρόλο που δίστασε θεώρησε υποχρέωσή του να συνεχίσει… «Έπεσε σ’ ένα ρέμα, εδώ στο βουνό, πριν προλάβει η παρέα της να τη βοηθήσει …πνίγηκε. Είμαστε εδώ σήμερα για να κάνουμε ένα μνημόσυνο στη μνήμη της».
Η γυναίκα τον κοίταζε μ’ ένα βλέμμα σα να έλεγε, πάμε να φύγουμε σε παρακαλώ, κι αυτός δε θα μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Πριν την ακολουθήσει έριξε μια ματιά σε όλους μας έσφιξε τα χείλη του, προσπάθησε να χαμογελάσει…
«Σας ευχαριστώ…»
«Σας παρακαλώ, δεν κάναμε κάτι σπουδαίο, οποιοσδήποτε στη θέση μας το ίδιο θα έκανε.»
«Ίσως… όμως δε θα μπορούσε οποιοσδήποτε να παρακάμψει τον κωδικό, της συσκευής και να μου πάρει τηλέφωνο λέγοντάς μου να έρθω εδώ στη λιμνούλα για να μου την παραδώσει… Ο Θεός να σας έχει καλά.» …
Κοίταξα το ζευγάρι που απομακρυνόταν, κοίταξα τη λιμνούλα, σήκωσα το βλέμμα περιμένοντας να δω ένα γεράκι να κάνει κύκλους πάνω από τη Μονή του Οσίου Εφραίμ, φυσικά δεν είδα τίποτα ...